Αρθρο του Χριστου Χαραλαμποπουλου στη σημερινη sportday
Την προηγούμενη εβδομάδα ήταν που ένας διεθνής οίκος, από αυτούς που αξιολογούν την πιστοληπτική ικανότητα κρατών και μεγάλων επιχειρήσεων, υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της ελληνικής οικονομίας. Πέραν των αντικειμενικών στοιχείων που ορίζουν τη δυναμική και τις αναπτυξιακές δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας (και τα οποία είναι όλα αρνητικά), έχει ενδιαφέρον να δει κάποιος αυτή την ιστορία των διεθνών οίκων που κάνουν αυτές τις αξιολογήσεις.
Αυτά τα ιδρύματα ήταν –και συνεχίζουν να αποτελούν– το μέρος ενός οικονομικού συστήματος που απέτυχε με πολύ ηχηρό τρόπο. Αυτοί οι οίκοι ήταν που έξι μήνες –ή και λιγότερο– πριν από το μεγάλο ξέσπασμα της κρίσης είχαν αξιολογήσει θετικά αρκετές από τις τράπεζες που πτώχευσαν και έδιναν συμβουλές σε επενδυτές για το πού θα έπρεπε να τοποθετήσουν τα χρήματά τους. Οπως μου έλεγε ένας φίλος που εργάζεται στις Βρυξέλλες, οι οίκοι αυτοί λειτουργούν στο πλαίσιο ενός «επιστημονικού κομπογιαννιτισμού», ο οποίος είναι απαραίτητος για να δίνει στο σύστημα τα άλλοθι που χρειάζεται για να λειτουργήσει και να αιτιολογήσει διάφορες ενέργειες χωρίς λογική.
Η φούσκα των δανείων, που έσκασε και σηματοδότησε την έναρξη της κρίσης, είχε καθαρά κερδοσκοπικό σκεπτικό. Σκεπτικό που είναι ή οδηγεί σε αδιέξοδο. Από τη στιγμή, λοιπόν, που το ίδιο το σύστημα είναι προβληματικό και απέτυχε, γιατί θα πρέπει να συνεχίσουμε να ανεχόμαστε το κύρος τέτοιων κομπογιαννιτών; Οι αξιολογήσεις τους τη συγκεκριμένη στιγμή δεν κάνουν τίποτα λιγότερο από το να ενισχύουν και να προωθούν κερδοσκοπικά παιχνίδια σε βάρος χωρών που βγαίνουν στις αγορές για να ζητήσουν δανεικά. Οταν αξιολογούν χαμηλά τις δυνατότητες της οικονομίας κάποιας χώρας επιτρέπουν στις τράπεζες που δανείζουν σε αυτή, να τροφοδοτούν λίγα χρήματα με τη μεγαλύτερη δυνατή απόδοση.
Γιατί συμφέρει να δανείζεις εκείνον που έχει ανάγκη, μια και εκμεταλλευόμενος την ανάγκη του ορίζεις εσύ το επιτόκιο του δανείου. Για παράδειγμα, μια μεγάλη τράπεζα μπορεί να αγοράσει ελληνικά ομόλογα –να δανείσει δηλαδή το ελληνικό Δημόσιο– με απόδοση 5% και μετά αυτά τα ομόλογα να τα καταθέσει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και να δανειστεί με επιτόκιο 2%. Τη διαφορά η τράπεζα τη βάζει στην τσέπη, προς δόξαν και των αξιολογητών. Ωραία μπίζνα, ε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου